Φτιάχνουμε δικές μας ιστορίες με λέξεις που μας δίνονται...

    Η ιστορία που ακολουθεί είναι της Ιωάννας Ρ.Β.

Σε  ένα ορεινό χωριό κάποτε ζούσε μια φτωχή οικογένεια που είχε  3   παιδιά  .    Αντιμετώπιζε 
πολλές  δυσκολίες και δεν της   έφτανε  αυτό , ήρθε και μια χιονόπτωση που  κατέστρεψε  όλη τη σοδειά ...
Ο καημένος ο πατέρας  προσπαθούσε να θρέψει με κάθε τρόπο  τα 3  παιδιά του .  Κάθε μέρα
πήγαινε   στο  χωράφι   και  προσπαθούσε  να  καλλιεργήσει   φρούτα ,   λαχανικά   και   σιτάρι.
Θέριζε  , σαμάρωνε και τάιζε  το  μοναδικό  ζώο  που είχε.Ώσπου μια μέρα   εκεί  που   καθόταν μαζι με την γυναίκα του αποφάσισαν - χωρίς άλλη  επιλογή  - να διώξουν τα 3 παιδιά τους.          Την άλλη μέρα το πρωί στο δρόμογια  το χωράφι   του    συνάντησε     μια     γριούλα  που κουβαλούσε       2 τεράστιες    σακούλες.ο πατέρας  τη  ρώτησε από που έρχεται και τι κουβαλάει  στις  σακούλες , αλλά  αυτή ήταν λες και δεν τονπρόσεξε.Η γριά κίνησε  το ενδιαφέρον του  πατέρα  και έτσι αποφάσισε  να την ακολουθήσει. Μετά από αρκετό δρόμο  ο  παππούς τη ρώτησε  μήπως  ήθελε βοήθεια , αλλά εκείνη  τίποτα...ούτε μιλιά , ώσπου  πήρε το δρόμο της επιστροφής.Την άλλη μέρα  πήρε τα παιδιά  και πήγε να τα αφήσει στο δάσος , όμως  στο δρόμο  συνάντησε  αυτή τη γριούλα πάλι με τις  2 σακούλες  , αλλά  αυτή τη φορά του
μίλησε:<<πάρε  αυτές τις 2 σακούλες  και  πήγαινε στο χωράφι  και οτι έχει μέσα   φύτεψέ το>> και μετά εξαφανίστηκε...
Ο πατέρας τι να κάνει πήγε στο χωράφι και τα έσπειρε .Την επόμενη μεέα τι να δει ... είχαν  φυτρώσει  2 τεράστια δέντρα  που για άνθος  είχαν σακούλες.Ο ταλαίπωρος  πλησίασε  και άνοιξε μια σακουλα ,έπειτα  την πήρε και τρεχάλα έφτασε  στο σπίτι του φωνάζοντας<<είμαι  πλούσιος ,είμαι  πλούσιος>> ! Η γυναίκα του παραξενεύτηκε αλλά  μόλις άνοιξε  τη σακούλα της λύθηκε η απορία διότι  αυτή ήταν γεμάtη με χρυσάφι,κοσμήματα,ασήμι και ό,τι άλλο μπορεί ανθρώπου νους να φανταστεί . Έτσι  αυτή η οικογένεια  έζησε  πια ευτυχισμένη  και αγαπημενη.